λεκανομαντείας

λεκανομαντείας
λεκανομαντείᾱς , λεκανομαντεία
dish-diviner
fem acc pl
λεκανομαντείᾱς , λεκανομαντεία
dish-diviner
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • υδρομαντεία — Η πρόβλεψη του μέλλοντος, από την εξέταση των κυματισμών, της διαφάνειας και του χρώματος του νερού. Σύμφωνα με τον Ρωμαίο ιστορικό και αρχαιοδίφη Ουάρωα, οι Έλληνες παρέλαβαν την υ. από τους Πέρσες, την εποχή της εκστρατείας του Ξέρξη στην… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”